Γράφει η Ελένη Καπλάνη

            Η ανθρώπινη αλληλεπίδραση, προκειμένου να είναι επαρκής και επιτυχημένη, απαιτεί από το άτομο να προβλέπει τις συμπεριφορές των άλλων, να κατανοεί τις προθέσεις τους, τις πεποιθήσεις τους και τις επιθυμίες τους και να ερμηνεύει τις πράξεις τους. Πρέπει να διαθέτει δηλαδή δεξιότητες Θεωρίας του Νου, οι οποίες σύμφωνα με τους Premack & Woodruff (1978) επιτρέπουν στο άτομο να αποδίδει νοητικές καταστάσεις (πεποιθήσεις, επιθυμίες, συναισθήματα, σκέψεις, αντιλήψεις, προθέσεις, προσδοκίες, όνειρα, ευχές) στον εαυτό του και τους άλλους με στόχο την ερμηνεία της συμπεριφοράς.

            Τα νευροτυπικά παιδιά, ολοκληρώνουν τη διαδικασία απόκτησης των δεξιοτήτων Θεωρίας του Νου σταδιακά και μέχρι  περίπου την ηλικία των 6 ετών. Δε συμβαίνει το ίδιο όμως στα παιδιά με Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος καθώς ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα άτομα αυτά, έχουν περιορισμένη ή ελλιπή Θεωρία του Νου:

– Δεν έχουν συνείδηση του ίδιου τους του εαυτού και συνήθως δε μπορούν ούτε να κατανοήσουν ποιες πράξεις ή αντιδράσεις τους ήταν αυτές που οδήγησαν σε κάποιο αποτέλεσμα (επιθυμητό ή όχι) ούτε να σκεφτούν και να επιλέξουν συνειδητά εκείνες τις πράξεις που  θα επιφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

–  Δεν είναι σε θέση να διεισδύσουν στην πνευματική κατάσταση των άλλων, δεν διαθέτουν τη διαισθαντική ικανότητα να αντιλαμβάνονται ότι οι άλλοι έχουν αισθήματα και σκέψεις που διαφέρουν από τα δικά τους.

– Δυσκολεύονται να «διαβάσουν το νου» των άλλων ανθρώπων, τους είναι δύσκολο δηλαδή να καταλάβουν ότι ο άλλος ίσως αισθάνεται, επιθυμεί, γνωρίζει ή πιστεύει κάτι διαφορετικό απ’ αυτούς.

Τα ελλείμματα στη Θεωρία του Νου οδηγούν πολλές φορές σε προβλήματα επικοινωνίας και συμπεριφοράς. Επιπλέον η έλλειψη της ικανότητας επεξεργασίας των νοητικών καταστάσεων του εαυτού και του άλλου καθιστούν το άτομο ιδιαίτερα ευάλωτο στη δολιότητα, στην εξαπάτηση ή και την υστεροβουλία των άλλων. Γι αυτό το λόγο, κρίνεται απαραίτητη η εκπαίδευση στη Θεωρία του Νου, ώστε να βοηθήσει το άτομο με ΔΑΦ ή ΔΑΔ

  • Να ενισχύσει την αυτεπίγνωσή του
  • Να μάθει την «κοινωνική γλώσσα». Να μάθει δηλαδή τί να λέει και πώς να το λέει ανάλογα την εκάστοτε κοινωνική περίσταση
  • Να αναπτύξει κοινωνικές δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων και να τις γενικεύσει και σε άλλες καταστάσεις
  • Να χειρίζεται καλύτερα το άγχος και τα  συναισθήματα κατάθλιψης
  • Να αυτορυθμίσει την συμπεριφορά του καθώς θα αντιλαμβάνεται και θα προβλέπει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις πεποιθήσεις των άλλων
  • Να κατανοεί τις εκφράσεις και τις χειρονομίες των άλλων και να κατανοεί τα μηνύματα της μη λεκτικής επικοινωνίας
  • Να «φύγει» από το στάδιο της εγωκεντρικής σκέψης και να ευαισθητοποιηθεί κοινωνικά
  • Να καταλαβαίνει τις προθέσεις των άλλων ώστε να μη γίνεται θύμα δολιότητας

Η Καπλάνη Ελένη είναι Ειδική Παιδαγωγός με Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στη Ψυχοπαιδαγωγική των Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών- Ψυχοπαιδαγωγική της Ένταξης και Υπεύθυνη σχεδιασμού προγραμμάτων θεραπευτικής παρέμβασης